Επεξεργασία δεδομένων
Συναρτήσεις
Προχωρημένες δυνατότητες

pv

Στη συνέχεια θα αναφερθούμε στη συνάρτηση PV. Η συνάρτηση αυτή αποδίδει την παρούσα αξία μιας επένδυσης. Ας υποθέσουμε πως μας παρουσιάζεται μια επενδυτική ευκαιρία, στην οποία αν επενδύσουμε σήμερα 50.000€, σε δέκα χρόνια θα πάρουμε 60000€. Θα έχουμε δηλαδή ένα κέρδος 10000€. Τα χρήματα αυτά δεν θα τα πάρουμε στο τέλος της δεκαετίας. Αντιθέτως, κάθε χρόνο θα λαμβάνουμε 6000€. Έτσι στο τέλος της δεκαετίας θα έχουμε 60000€. Για να δούμε αν είναι συμφέρουσα αυτή η επενδυτική πρόταση, θα πρέπει να την συγκρίνουμε με μια άλλη, π.χ. με την πρόταση μιας τράπεζας. Η τράπεζα μας δίνει ετήσιο επιτόκιο 4%. Εννοείτε πως και από την τράπεζα θα έχουμε τις ίδιες απαιτήσεις, κάθε χρόνο, για δέκα χρόνια να μας καταβάλει 6000€, ούτως ώστε στο τέλος της δεκαετίας να έχουμε 60.000€. Το ερώτημα είναι: πόσα χρήματα πρέπει να καταθέσουμε σήμερα για να πάρουμε τις 60000€ μ’ αυτούς τους όρους; Στην πρώτη επενδυτική πρόταση πρέπει να καταθέσουμε 50000€, στην τράπεζα πόσα; Την απάντηση θα μας την δώσει η συνάρτηση PV. Επιλέγουμε το κελί e3. Από το μενού Εισαγωγή, Συνάρτηση, επιλέγουμε την οικονομική συνάρτηση PV. Ο όρος Rate εκφράζει το επιτόκιο. Επιλέγουμε το κελί e9. Στο όρισμα Nper θα υπολογίσουμε το πλήθος των πληρωμών. Κάθε έτος θα πληρωνόμαστε μία φορά, άρα συνολικά θα πραγματοποιηθούν 10 πληρωμές. Επιλέγουμε το κελί e8. Ο όρος Pmt εκφράζει τη πληρωμή που καταβάλλεται σε κάθε έτος. Επιλέγουμε το κελί e7. Στο όρισμα FV ορίζουμε προαιρετικά το υπόλοιπο που θα έχει απομείνει στη τράπεζα μετά από την τελευταία πληρωμή μας. Εάν παραλειφθεί το όρισμα αυτό, το Excel θεωρεί ως υπόλοιπο ταμείου τη τιμή μηδέν. Προαιρετικό είναι επίσης και το όρισμα Type, το οποίο εκφράζει πότε θα καταβάλλονται οι δόσεις. Το μηδέν 0, εκφράζει το τέλος του έτους ενώ το ένα 1 την αρχή. Εμείς το παραλείπουμε και το Excel το θεωρεί ίσο με μηδέν. Πατάμε το κουμπί ΟΚ. Το αποτέλεσμα είναι 48.665,37€, ενώ στον πρώτο τρόπο επένδυσης 50.000€. Άρα η πρόταση της τράπεζας είναι περισσότερο συμφέρουσα. Αφού καταθέτοντας λιγότερα χρήματα από αυτά του πρώτου τρόπου, έχουμε τις ίδιες απολαβές. Αν όμως μειωθεί το επιτόκιο της τράπεζας από 4,00% σε 3,00%, τότε παρατηρούμε ότι η πρώτη πρόταση είναι πιο συμφέρουσα.